Άρθρο στο περιοδικό "LAWYER": Των Σοφία Γρηγοριάδου, Lawyer/Managing Partner, και Θεοδόση Τόμπρα, Lawyer/Partner.
Οι πρόσφατες νομοθετικές αλλαγές (Ν.5106/2024) αναφορικά με το πλαίσιο ανάπτυξης των Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων αποτελούν αδιαμφισβήτητα μία αλλαγή ταχύτητας από πλευράς της Πολιτείας ως προς το πως επιθυμεί να προσεγγίσει την εν λόγω αγορά και τις συναφείς επενδύσεις. Πλέον τούτου όμως, αποτελεί και μία (θεμελιώδη) αλλαγή φιλοσοφίας, γεγονός που δεν έχει εντοπιστεί επαρκώς στην αρθρογραφία μέχρι σήμερα.
Αν κανείς ανατρέξει στο Ν.4964/2022 και παρότι οι διατάξεις του εν λόγω νόμου για το ζήτημα αυτό ήταν δομημένες με συστηματικότητα, εφόσον είχε την ελάχιστη ενασχόληση με ρυθμισμένες δικτυακές αγορές και δημοπράτηση σπάνιων πόρων του Δημοσίου, θα διαπίστωνε ότι πέρα από τους χρονισμούς που ήταν ανεπιεικείς, καθώς υπαγορεύονταν από μία σειριακή προσέγγιση στα πράγματα, δύο βασικά αρνητικά χαρακτηριστικά:
1. την ύπαρξη πλήθους ρυθμιστικών αβεβαιοτήτων και ετεροβαρή ρύθμιση των υποχρεώσεων εις βάρος των υποψήφιων επενδυτών και
2. μία εισαγόμενη εκ της διαδικασίας ανισορροπία που κατέτεινε να επηρεάζει σημαντικά τη δυναμική μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στο στάδιο των διαγωνιστικών διαδικασιών.
Πρακτικά, ο ιδιώτης επενδυτής θα έπρεπε να αναλάβει υπερβολικά ρίσκα και να πλεύσει -κυριολεκτικά- σε μία θάλασσα αβεβαιοτήτων, ενώ και το Δημόσιο, ως αναθέτουσα αρχή, εν μέσω τόσων αβεβαιοτήτων διακινδύνευε την επιτυχία του εγχειρήματος, ακόμα και αυτών των ίδιων των διαγωνιστικών διαδικασιών για την επιλογή αναδόχων.
Ο Ν.5106/2024 και εν προκειμένω τα σχετικά άρθρα 113-116 και η πρόβλεψη για σύσταση εταιρίας ειδικού σκοπού, αποτελούν μία καινοτόμο τομή και μία ουσιώδη αλλαγή προσέγγισης. Η πρώτη ανάγνωση είναι ότι έχουμε αλλαγή ταχύτητας και επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών. Και πράγματι αυτό συμβαίνει. Η σειριακή πορεία των πραγμάτων δεν αναιρείται, αλλά αποκτά και μία άλλη προσέγγιση, παράλληλη αυτή τη φορά. Πρακτικά ομιλούμε για μία επιτάχυνση που εν δυνάμει μπορεί να φέρει το αρχικό χρονοδιάγραμμα ακόμα και δύο (2) ολόκληρα χρόνια νωρίτερα και αυτό από μόνο του δεν είναι παρά μία σημαντική επιτυχία.
Ωστόσο, δεν είναι μόνον αυτό ή μάλλον αυτό είναι το ελάχιστο.
Εν προκειμένω, η διαδικασία ανάπτυξης των εν λόγω έργων και εξεύρεσης επενδυτών-αναδόχων, καθίσταται ρυθμιστικά πιο ώριμη και πιο προβλέψιμη. Η κεντρική διεξαγωγή ερευνών αυξάνει εκθετικά τις οικονομίες κλίμακας, μειώνει τα κόστη και συνεισφέρει στην άμβλυνση των ασσυμετριών πληροφόρησης. Ταυτόχρονα, παρότι εξασφαλίζεται μία ελάχιστη συμμετρία πληροφόρησης, την ίδια στιγμή ακριβώς το γεγονός αυτό αυξάνει σημαντικά τη δυναμική στην πλευρά της ζήτησης και το επίπεδο και τη δυναμική του ανταγωνισμού μεταξύ των μελλοντικών υποψήφιων αναδόχων. Η νέα αυτή συνθήκη μόνον επωφελής είναι για το Δημόσιο καθώς στόχευση κάθε αναθέτουσας αρχής αποτελεί το ενδιαφέρον των επενδυτών, ήτοι η πλευρά της ζήτησης, να υπερβεί την προσφορά ώστε να εξασφαλιστεί μία πετυχημένη ανταγωνιστική διαδικασία.
Ενώ, παράλληλα, η κεντρική διεξαγωγή των ερευνών έχει πολλαπλά δευτερεύοντα οφέλη που επίσης δεν πρέπει να υποτιμούνται:
- Μειώνει τα εμπόδια εισόδου στην εν λόγω αγορά.
- Μειώνει σημαντικά τις απαιτούμενες επενδύσεις έρευνας, οι οποίες είναι ούτως άλλως πολύ υψηλές όταν αναφερόμαστε σε έργα Υπεράκτιων Αιολικών, ωστόσο είναι πολύ σημαντικό κατά το αρχικό αυτό στάδιο να υπάρχει προβλεψιμότητα.
- Δεν αφήνει σπάνιους πόρους (ΠΟΑΥΑΠ) ανεξερεύνητους, ενώ τα μετρητικά δεδομένα είναι μία περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου που μπορεί να αξιοποιηθεί μελλοντικά για πλήθος σκοπών.
- Και τέλος, οργανώνεται με έναν τρόπο που οδηγεί στη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και της όχλησης.
Οι προσδοκίες αναφορικά με την αγορά των Υπεράκτιων Αιολικών είναι υψηλές και αυτό καταγράφεται στις τοποθετήσεις όλων των εμπλεκομένων, θεσμικών παραγόντων και ιδιωτών επενδυτών. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι πρόκειται για ένα στοίχημα για τη χώρα. Σε αυτό το πλαίσιο, η Πολιτεία με το Ν.5106/2024 αποδεικνύει ότι αφουγκράζεται τις ανάγκες και τολμά να σκέφτεται και να προσεγγίζει τα θέματα με καινοτόμο ματιά.