Με το νέο κανονιστικό πλαίσιο της Αυτόματης Ανταλλαγής Πληροφοριών θα ανταλλάσσονται πλέον ετησίως μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων των κρατών οι πληροφορίες για χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς που τηρούνται σε μια χώρα από αλλοδαπούς φορολογικούς κατοίκους διακινώντας πληροφορίες για τους λογαριασμούς τους δικαιούχους των λογαριασμών, αλλά και για τους πραγματικούς δικαιούχους διαφόρων εταιρικών και άλλων σχημάτων.
Εφαρμόζοντας το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς (CRS) και τις σχετικές Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (DAC), μέχρι το τέλος του 2018 θα έχουν ολοκληρωθεί πάνω από 2.600 διασυνοριακές ανταλλαγές παγκοσμίως. Ο κατάλογος, δε, των κρατών που συμμετέχουν στη διασυνοριακή ανταλλαγή συνεχώς αυξάνεται. Παράλληλα, η αυτόματη ανταλλαγή ήδη έχει τεθεί σε εφαρμογή μεταξύ των ΗΠΑ και των κρατών που έχουν συμφωνήσει σε ανταλλαγή με βάση τη συμφωνία FATCA.
Η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στο «πρώτο κύμα» κρατών που ενσωμάτωσαν στο εσωτερικό τους δίκαιο και έθεσαν σε λειτουργία την αυτόματη συναλλαγή ήδη από το έτος 2017. Έτσι, μέχρι τον Σεπτέμβριο 2018 η Ελληνική Φορολογική Αρχή οφείλει να ολοκληρώσει πλέον τη δεύτερη Αυτόματη Ανταλλαγή. Ενδεικτικά, στις χώρες και δικαιοδοσίες που θα αποστείλουν πληροφορίες στην Ελλάδα, για Έλληνες φορολογικούς κατοίκους που τηρούν λογαριασμούς στο εξωτερικό, συμπεριλαμβάνονται η Ελβετία, η Κύπρος, η Μάλτα, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Σιγκαπούρη, τα Νησιά Κέιμαν, οι Νήσοι Κουκ, η Νήσος του Μαν, οι Βερμούδες, οι Σεϋχέλλες, οι Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι, ο Καναδάς κ.λπ.
Οι πληροφορίες που θα φτάσουν στις φορολογικές διοικήσεις είναι αυτές οι οποίες τηρούνται όχι μόνο στις τράπεζες αλλά και σε ιδρύματα θεματοφυλακής, ορισμένα οχήματα συλλογικών επενδύσεων και ορισμένες ασφαλιστικές εταιρείες. Αφορούν, δε, το υπόλοιπο λογαριασμού, τους τόκους, τα μερίσματα, τα έσοδα από ορισμένα ασφαλιστικά προϊόντα, τα έσοδα από πωλήσεις χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και τα λοιπά έσοδα που προκύπτουν σε σχέση με περιουσιακά στοιχεία που τηρούνται σε λογαριασμό.
Ιδιαίτερη αξία έχει το γεγονός ότι οι διασυνοριακές ανταλλαγές δεν επηρεάζουν μόνο τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία είναι δικαιούχοι των λογαριασμών, αλλά επιπλέον και εκείνα τα φυσικά πρόσωπα που είναι οι πραγματικοί δικαιούχοι και οι οποίοι μέχρι πρότινος δεν «ταυτοποιούνταν» από τις φορολογικές διοικήσεις. Κατά αυτόν τον τρόπο ενδέχεται, κατά περίπτωση, να αποκαλύπτονται και να διακινούνται διασυνοριακά οι πληροφορίες για εκείνα τα φυσικά πρόσωπα που εντέλει κατέχουν ή επωφελούνται από το κεφάλαιο ή τα περιουσιακά στοιχεία παθητικών οντοτήτων και άλλων εταιρικών σχημάτων όπως trusts, ιδρύματα, συμπράξεις, offshore σχήματα κ.λπ.
Το πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής δοκιμάζεται τώρα στην πράξη και οπωσδήποτε παρουσιάζει «κενά» που μπορεί να οδηγούν στην παράκαμψη του και στην αποφυγή των υποχρεώσεων υποβολής στοιχείων. Ωστόσο, n υιοθέτηση του κανονιστικού αυτού πλαισίου εντάσσεται σε μια συντονισμένη προσπάθεια της διεθνούς κοινότητας για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, που συνοδεύεται από την έκδηλη πολιτική βούληση των κρατών να ευθυγραμμιστούν με τη διακρατική συνεργασία στον τομέα της διεθνούς φορολογίας. Κατά συνέπεια, τα αντανακλαστικά της διεθνούς κοινότητας ιδίως σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΟΟΣΑ φαίνεται να είναι αρκετά άμεσα. Έτσι, για παράδειγμα μέσα σε λίγους μόνο μήνες από την πρώτη αυτόματη ανταλλαγή, ήδη το ECOFIN και ο ΟΟΣΑ δρομολογούν την άμεση υιοθέτηση νέων κανόνων για την υποχρεωτική αποκάλυψη τεχνικών διευθετήσεων και εξωχώριων σχημάτων, καθώς και κανόνων που θα εμποδίσουν την καταστρατήγηση της αυτόματης ανταλλαγής (π.χ. μέσω κατάχρησης καθεστώτων απόκτησης «κατοικίας/ιθαγένειας μέσω επένδυσης»).
Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών δεν είναι μια μεμονωμένη φορολογική ρύθμιση. Αντίθετα, αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο των φορολογικών διοικήσεων που, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μαζικών και ριζικών αλλαγών στον τομέα της διεθνούς φορολογίας και που συμπληρώνεται και αλληλοεπιδρά με άλλες διεθνείς πρωτοβουλίες, όπως είναι η Διάβρωση της Φορολογικής Βάσης και η Μετατόπιση Κερδών (BEPS), τα αντίμετρα και αυξημένα μέτρα δέουσας επιμέλειας για τις συναλλαγές με μη συνεργαζόμενα κράτη, οι κανονιστικές ρυθμίσεις για τη διαφθορά, το κανονιστικό πλαίσιο για το ξέπλυμα χρήματος και ιδίως τα μητρώα πραγματικών δικαιούχων κ.λπ.
Μέσα σε αυτό το διεθνές περιβάλλον οι κάτοχοι των λογαριασμών και οι πραγματικοί δικαιούχοι οφείλουν, κατά την επιχειρηματική και επενδυτική τους δραστηριότητα, να συνεκτιμούν τις επιπτώσεις του νέου θεσμικού πλαισίου της αυτόματης διασυνοριακής ανταλλαγής, τις συνέπειες μη συμμόρφωσης σε αυτό, καθώς και τον κίνδυνο έκθεσης σε φορολογικό έλεγχο, έλεγχο για φοροδιαφυγή καθώς και για ξέπλυμα χρήματος από εγκληματική δραστηριότητα.