Το know-how και η κατάρτιση που έχουν οι ελεγκτικές εταιρείες σε θέματα αποτιμήσεων, μελέτης βιωσιμότητας και αξιολόγησης του χαρτοφυλακίου εταιριών είναι αδιαμφισβήτητα. Για το λόγο αυτό, εντύπωση έκανε η ξαφνική αντικατάστασή τους από «επαγγελματίες εκτιμητές», και συγκεκριμένα από τους διαχειριστές αφερεγγυότητας του π.δ. 133/2016.
Ο Ν. 4307/2014 με τον οποίο εισήχθη η έκτακτη διαδικασία της ειδικής διαχείρισης, αποτελεί ένα ειδικό καθεστώς παραπτωχευτικής διαδικασίας, οι διατάξεις του οποίου δεν έχουν ενταχθεί στον Πτωχευτικό Κώδικα. Με τις προβλέψεις του νόμου αυτού καθίσταται δυνατή η ταχεία ρευστοποίηση του χαρτοφυλακίου εταιριών, μέσω της μεταβίβασης των στοιχείων του ενεργητικού τους, με απώτερο στόχο την εξόφληση των πιστωτών τους.
Ενώ λοιπόν τα δύο πρώτα χρόνια ισχύος του νόμου δεν είχε γίνει χρήση της σχετικής διαδικασίας, το τελευταίο χρονικό διάστημα οι αιτήσεις υπαγωγής εταιρειών στο καθεστώς αυτό συνεχώς αυξάνονται. Καθήκοντα δε ειδικού διαχειριστή –κατά ρητή διατύπωση του νόμου- μπορεί να αναλάβει νόμιμος ελεγκτής, ελεγκτικό γραφείο, λογιστής φοροτεχνικός Α Τάξης, δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις, δικηγορική εταιρεία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή και σύμπραξη των παραπάνω προσώπων.
Με την έκδοση του π.δ. 133/2016 (το οποίο εκδόθηκε κατά ρητή εξουσιοδότηση του Ν. 4336/2015) εισήχθη ο θεσμός του διαχειριστή αφερεγγυότητας. Δυνάμει των σχετικών διατάξεων του π.δ. υποστηρίζεται ότι ο διαχειριστής αφερεγγυότητας είναι ο μόνος αρμόδιος να αναλάβει τα καθήκοντα του ειδικού διαχειριστή, αντικαθιστώντας τις ελεγκτικές εταιρείες, τους νόμιμους ελεγκτές κ.ο.κ.
Η εσφαλμένη αυτή προσέγγιση, οφείλεται στο εξής:
Ενώ ο εξουσιοδοτικός Ν. 4336/2015 αναφέρεται αποκλειστικά στις διαδικασίες του Πτωχευτικού Κώδικα και μνημονεύει ρητά τα πρόσωπα που θα αντικαταστήσει ο διαχειριστής αφερεγγυότητας, δηλαδή τον σύνδικο, το μεσολαβητή, τον ειδικό εντολοδόχο και ειδικό εκκαθαριστή (παρότι η τελευταία έχει καταργηθεί με το Ν. 4446/2016), εντούτοις στο π.δ. 133/2016 γίνεται μια παράνομη διεύρυνση και ο ειδικός διαχειριστής του Ν. 4307/2014 συμπεριλαμβάνεται στα πρόσωπα που θα πρέπει να έχουν την άδεια διαχειριστή αφερεγγυότητας.
Η ανωτέρω προσθήκη στο σχετικό άρθρο 2 του π.δ. αντιβαίνει στο γράμμα του Ν. 4336/2015. Επιπλέον το π.δ. περιέχει αντιφατικές διατάξεις: από τη μια αναφέρει ότι πεδίο εφαρμογής του είναι οι διαδικασίες αφερεγγυότητας -και δη όσες αναφέρονται στον Πτωχευτικό Κώδικα (και άρα όχι η διαδικασία της ειδικής διαχείρισης)- και από την άλλη αναφέρει ότι ο ειδικός διαχειριστής είναι πρόσωπο που πρέπει να έχει την άδεια του διαχειριστή αφερεγγυότητας. Περαιτέρω, η διαφορά που εντοπίζεται σε σχέση με την έκταση της ευθύνης μεταξύ του ειδικού διαχειριστή και του διαχειριστή αφερεγγυότητας παρέχει ακόμα ένα επιχείρημα που συντείνει στην ανάδειξη της προβληματικής φύσης των σχετικών διατάξεων. Συγκεκριμένα, ο μεν διαχειριστής αφερεγγυότητας ευθύνεται για κάθε πταίσμα, ο δε ειδικός διαχειριστής ευθύνεται μόνο για δόλο ή βαριά αμέλεια και απαλλάσσεται από κάθε αστική, ποινική ή άλλη ευθύνη για χρέη της υπό ειδική διαχείριση εταιρείας, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης τους και το χρόνο στον οποίο ανάγονται. Κατά συνέπεια δε γίνεται αντιληπτό το πως και γιατί ο διαχειριστής αφερεγγυότητας θα διέπεται από διαφορετικό καθεστώς ευθύνης, ανάλογα με τη διαδικασία στην οποία εμπλέκεται.
Δεδομένων των παραπάνω πρέπει να καταστεί σαφές στους εμπλεκόμενους φορείς (Τράπεζες, ελεγκτικές εταιρείες, επιχειρήσεις κ.α.) ότι η διαδικασία της ειδικής διαχείρισης, λόγω της ιδιαίτερης φύσης της και της ένταξής της εκτός του Πτωχευτικού Κώδικα, επιβάλλει την διαφορετική αντιμετώπισή της από τις πτωχευτικές και προπτωχευτικές διαδικασίες (εξυγίανση, πτώχευση, απλοποιημένη διαδικασία). Η ανάγκη δε εμπλοκής του διαχειριστή αφερεγγυότητας στην ειδική διαχείριση πέραν του ότι στερείται νομικής θεμελίωσης, είναι και πρακτικά αδύνατη. Πώς θα μπορέσουν δηλαδή τα μέχρι σήμερα 65 πρόσωπα που συμπεριλαμβάνονται στο Μητρώο να αναλάβουν καθήκοντα εμπειρογνώμονα σε όλες τις προπτωχευτικές, πτωχευτικές και παραπτωχευτικές υποθέσεις;
Σε κάθε περίπτωση η αναγκαστική συμμετοχή των διαχειριστών αφερεγγυότητας στη διαδικασία της ειδικής διαχείρισης αμφισβητείται σφόδρα και κατά συνέπεια η διατήρηση εκ μέρους των ορκωτών ελεγκτών, ελεγκτικών εταιρειών κ.ο.κ. των καθηκόντων τους στα πλαίσια της διαδικασίας αυτής προκρίνεται από νομικής και πρακτικής πλευράς ως η ορθότερη προσέγγιση.